Κατηγορώ κατά της πολιτείας για την πλήρη υποβάθμιση και γκετοποίηση του κέντρου της Αθήνας, απηύθυνε ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδας κ. Γιώργος Τσακίρης, κατά τη διάρκεια της καθιερώμενης χριστουγεννιάτικης συνάντησης με τους δημοσιογράφους.
Τη φετινή χρονιά, η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε σε ένα από τα κλειστά ξενοδοχεία του κέντρου, το 4 αστέρων ξενοδοχείο Jason Prime το οποίο σταμάτησε τη λειτουργία του στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου λόγω παντελούς έλλειψης πελατείας, θέλωντας με τον τρόπο αυτόν, να τονίσουν οι φορείς το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η περιοχή.
Ο κ. Τσακίρης, στην ομιλία του, ζήτησε την κινητοποίηση της κοινωνίας υπό την ηγεσία του Δήμου της Αθήνας και προσωπικά του ίδιου του Δημάρχου της Αθήνας κ Γιώργου Καμίνη, ο οποίος επιβάλλεται να ηγηθεί προσπάθειας, κινητοποίησης της πολιτείας και των αρμόδιων υπουργών που διαχειρίζονται το πρόβλημα.
Ο κ. Καμίνης, ο οποίος ήταν παρών στην εκδήλωση, ανέφερε όλα εκείνα τα μέτρα που προτίθεται να λάβει ο Δήμος και όσα έχει ήδη επιληφθεί για την αντιμετώπιση της κατάστασης και υπογράμμισε ότι και ο ίδιος βρίσκεται σε δύσκολη θέση καθώς η ίδια η πολιτεία δεν έχει αντιληφθεί ότι πρόκειται για έναν Μητροπολιτικό Δήμο.
Ο πρόεδρος του ΞΕΕ, κ. Τσακίρης, κατηγόρησε τόσο το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη όσο και όλους τους κυβερνητικούς φορείς που σύμφωνα με το πόρισμα της διυπουργικής επιτροπής εμπλέκονται στην επιδείνωση του προβλήματος υποβάθμισης και απαξίωσης του κέντρου της Αθήνας (Υπουργείο Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Περιφέρεια Αττικής, Υπουργείο Πολιτισμού-Τουρισμού, Δήμος της Αθήνας, ΥΠΕΚΑ κλπ). Με τις παραλείψεις ή την αδιαφορία τους, αφήνουν ουσιαστικά το κέντρο της Αθήνας έρμαιο στην εγκληματικότητα και την παραβατικότητα. Όπως τόνισε ο Πρόεδρος, όσο η αστυνόμευση αποδεικνύεται ανεπαρκής και αναποτελεσματική, τόσο καλλιεργείται η αίσθηση της ατιμωρησίας η οποία με τη σειρά της επιτείνει την παραβατική συμπεριφορά των δραστών.
Ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος επισήμανε την ανικανότητα και αδυναμία της κυβέρνησης να απορροφήσει δεσμευμένα κονδύλια ύψους 320 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Εξωτερικών Συνόρων ειδικά για την Ελλάδα, με σκοπό τη δημιουργία ενός δικτύου κέντρων υποδοχής, υπηρεσιών ασύλου και άλλων παρεμβάσεων που θα οδηγούσαν σε σημαντική εκτόνωση του προβλήματος της μη νόμιμης μετανάστευσης το οποίο αποτελεί και σε μεγάλο βαθμό την γενεσιουργό αιτία της αστικής υποβάθμισης του κέντρου.
Υπενθυμίζεται ότι την περασμένη εβδομάδα το Ξ.Ε.Ε συναντήθηκε με την Επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες κα Cecilia Malmstrom, η οποία εξέφρασε την έκπληξη της για την αδιαφορία της ελληνικής πολιτείας να απορροφήσει τα συγκεκριμένα κονδύλια, δεσμευόμενη παράλληλα ότι θα επισκεφθεί την Αθήνα τον προσεχή μήνα. Αντί ολοκληρωμένου σχεδίου από την πλευρά της πολιτείας έχουμε μια αβελτηρία και μια παθητικότητα, που αγγίζει τα όρια εγκληματικής αδιαφορίας εκ μέρους όλων των υπευθύνων.
Ο κ. Τσακίρης επισήμανε χαρακτηριστικά ότι «η κρίση αναμφισβήτητα πλήττει όλους μας και κάθε οικονομική δραστηριότητα, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ο τουρισμός. Αυτό όμως που έχει τη μεγαλύτερη ζημιογόνο επίδραση στην Αθήνα και στο κέντρο της είναι η απαξίωση της πρωτεύουσας, η εγκατάλειψη και η γκετοποίηση της, με αποτέλεσμα την άνευ όρων παράδοση της στην εγκληματικότητα».
Όπως πρόσθεσε, «ένα ξενοδοχείο είναι εξαιρετικά δύσκολο να κλείσει αλλά συγχρόνως είναι το ίδιο δύσκολο να ξανανοίξει. Ένα ξενοδοχείο κλείνει όταν ζημιώνεται λιγότερο παραμένοντας κλειστό, παρά όταν λειτουργεί. Γιατί, και το κλειστό ξενοδοχείο, εκτός του ότι βγαίνει έξω από την αγορά, συνεχίζει να ζημιώνεται και να χάνει χρήματα. Το ανοικτό ξενοδοχείο είναι μια επιχείρηση που λειτουργεί 24 ώρες, με ζωή και παρουσία σε 24ωρη βάση, γεγονός που ως ένα βαθμό αποτελεί την τελευταία γραμμή άμυνας της γειτονιάς του. Με αυτή την προσέγγιση, σκεφτείτε τη ζημιά σε 18 γειτονιές του κέντρου που έκλεισαν τα αντίστοιχα 18 ξενοδοχεία. Οι περιοχές αυτές όχι μόνο ερημοποιούνται, αλλά την θέση της όποιας σύννομης δραστηριότητας που «αποσύρεται», καταλαμβάνει δραστηριότητα στα όρια της παραβατικότητας».
Σύμφωνα με τους αρμόδιους Εμπορικούς Συλλόγους, έχει διαπιστωθεί ότι στις μεν εμπορικές επιχειρήσεις, καταγράφεται πτώση το 2011 σε σχέση με το 2010 πάνω από 28% , σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ελλάδα, όπου η πτώση περιορίζεται στο 10%. Παράλληλα, μόνο στο κέντρο της Αθήνας χάνονται εξαιτίας της γιγάντωσης του παραεμπορίου, πάνω από 1 δις ευρώ έσοδα για το ελληνικό Δημόσιο. Αντίστοιχα τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις η απαξίωση του κέντρου της Αθήνας τις έχει οδηγήσει σε απώλεια κύκλου εργασιών περίπου 50% σε σχέση με το 2008.
Σύμφωνα με έρευνα πεδίου του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, οι πληρότητες των ξενοδοχείων της Αθήνας φέτος την περίοδο των Χριστουγέννων σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή εμφανίζουν ποσοστιαία μείωση κατά 40,5%, ενώ η μέση τιμή ανά δωμάτιο κινείται πτωτικά κατά 7,5%. Ακολούθως, για την περίοδο της πρωτοχρονιάς, οι πληρότητες πέφτουν σε ποσοστό 25,6% και η μέση τιμή κατά 6,4%. Είναι κοινός τόπος ότι η ξενοδοχειακή αγορά των Αθηνών υπολειτουργεί σε μια περίοδο που οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ζουν σε εορταστικό κλίμα. Το τρίήμερο 9-11 Δεκεμβρίου, η πληρότητα των ξενοδοχείων της Αττικής κυμάνθηκε από 33 έως 38% ανά κατηγορία, ενώ τα ξενοδοχεία του κέντρου της πόλεως παρουσίασαν ακόμη χαμηλότερες επιδόσεις με πληρότητες της τάξεως από 32-35,5%. Ταυτόχρονα, οι μέσες τιμές δεν υπερέβησαν καμία ημέρα του συγκεκριμένου τριημέρου τα 90 ευρώ σε μια περίοδο υψηλής ζήτησης κατά το παρελθόν.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Αθηνών-Αττικής και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων κ. Γιάννης Ρέτσος, στην παρέμβαση του στην εκδήλωση του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, δήλωσε πώς “τα περιθώρια αντοχής και ανοχής έχουν εξαντληθεί και οι συνθήκες –ζωής πλέον- στην πόλη φανερώνουν ξεκάθαρα τα αποτελέσματα της χρόνιας αδιαφορίας της πολιτείας, αλλά και της «αβάσταχτης ελαφρότητας», με την οποία αντιμετωπίστηκαν σοβαρότατα θέματα, όπως το (λαθρο)μεταναστευτικό, η εγκληματικότητα, τo παρεμπόριο, η αστυνόμευση της πόλης κ.λπ”
Ο κ. Ρέτσος κάλεσε όλους να συμμετέχουν σε μια “υπερπροσπάθεια στήριξης της πρωτεύουσας με την προώθηση θετικών μηνυμάτων για την Αθήνα και την Ελλάδα προς στις ξένες αγορές, αλλά και μέσω στοχευμένων δράσεων με προαποφασισμένη στρατηγική, συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και κοινή κατεύθυνση”.