Μία «μίζερη» Ελλάδα, με υψηλούς δείκτες ανεργίας, χαμηλή πληρότητα στα ξενοδοχεία, άδεια εστιατόρια και διαδηλώσεις σε κεντρικούς δρόμους της Αθήνας παρουσιάζει το περιοδικό Departures του Σεπτεμβρίου που διανέμεται στους κατόχους Platinum καρτών της American Express και έχει αρκετά μεγάλη επιρροή σε μία μερίδα καταναλωτών με «γερό» πορτοφόλι.
Το άρθρο φέρει τον τίτλο: «Greece: should I stay or should I go?» έχοντας ένα τεράστιο ερωτηματικό στη φωτογραφία και το περιεχόμενό του είναι ιδιαίτερα διφορούμενο.
Αυτή είναι η Ελλάδα μέσα από τα μάτια της Τζίλ Άμπραμσον, Αμερικανίδας συγγραφέα και δημοσιογράφου, πρώην αρχισυντάκτριας των New York Times που επισκέφθηκε την Ελλάδα το φετινό καλοκαίρι μαζί με την αδελφή της.
Οι θετικές εντυπώσεις της από τον Παρθενώνα -που όμως αναφέρει ότι δεν έχει και τόση κίνηση πλέον (!), μπλέκονται με τις διαδηλώσεις των απολυμένων καθαριστριών του Υπουργείου Οικονομικών και η ειδυλλιακή εικόνα της Μυκόνου που περιγράφει με τα χαμηλά ποσοστά πληρότητας στα ξενοδοχεία και τα άδεια εστιατόρια.
Όπως αναφέρει στο άρθρο της, όταν έφθασαν στο ξενοδοχείο στη Μύκονο έμαθαν από έναν υπάλληλο του καταλύματος ότι η πληρότητα ήταν ιδιαίτερα χαμηλή. Διαπίστωσαν ιδίοις όμμασι ότι υπήρχαν αρκετοί πελάτες την ώρα του πρωϊνού ώστε να μην αισθάνονται μόνες. Όταν, ωστόσο,αποφάσισαν να φάνε σ’ ένα από τα ακριβότερα εστιατόρια του νησιού, του οποίου ο chef είναι ο πρώτος βραβευμένος με αστέρι Michelin στην Ελλάδα, γράφει η δημοσιογράφος:
«Το βρήκαμε κρυμμένο στην πλατεία Λάκκα και εντυπωσιαστήκαμε από τη διακόσμηση και τον απαλό φωτισμό. Το φαγητό πεντανόστιμο αν και ακριβό. Το πρόβλημα ήταν ότι ήμασταν οι μοναδικοί πελάτες.»
Το γεγονός αυτό το απέδωσε στην κρίση, τονίζοντας σε διάφορα σημεία του άρθρου ότι η Ελλάδα παρά τα σημάδια ανάκαμψης παραμένει μία χώρα με υψηλό ποσοστό ανεργίας.
Η κα Άμπραμσον, καταλήγει με μία θετική πρόταση για την Ελλάδα καθώς τονίζει ότι της άρεσε η αύρα που αποπνέει η χώρα και ότι πουθενά δεν υπάρχει η απελπισία και ο πανικός που απέτρεπε στο παρελθόν πολλούς ταξιδιώτες.
Αν και αποτελεί εξαίρεση στο πλήθος των θετικών άρθρων που γράφονται το τελευταίο διάστημα για τη χώρα μας, δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο καθώς απευθύνεται σε ένα ειδικό κοινό με εξαιρετικά υψηλές κοινωνικές και εισοδηματικές προδιαγραφές.